Παρά τις σημαντικές προόδους στην οδοντιατρική περίθαλψη, η περιοδοντίτιδα παραμένει η κοινή αιτία απώλειας δοντιών, καθώς και η έκτη πιο συχνή μολυσματική ασθένεια παγκοσμίως.
Έτσι η ανακάλυψη ενός νέου κυτταρικού τύπου στον επιθηλιακό ιστό του περιοδοντίου που βοηθάει στην προστασία έναντι των παθογόνων βακτηρίων έχει ανανεώσει το ενδιαφέρον για την ιδέα ότι το ανοσοποιητικό μας σύστημα μπορεί να είναι το κλειδί σε αυτή τη νόσο. Εξετάζοντας τα ούλα ποντικιών οι επιστήμονες που εκπόνησαν τη μελέτη με τίτλο: «τα μοναχικά χημειοαισθητικά κύτταρα των ούλων είναι ανοσολογικοί φρουροί για την περιοδοντίτιδα», βρήκαν ότι υπήρχαν μοναχικά χημειοαισθητήρια κύτταρα (SCCs) και ότι αυτά εξέφραζαν αρκετά είδη υποδοχέων της γεύσης καθώς και την πρωτεΐνη γουστδουκίνη.
Οι ερευνητές έδειξαν ότι όταν αφαιρούνταν γενετικά η γουστδουκίνη και/ ή τα SCC από τα ούλα των ποντικών, συχνά αυξάνονταν ταχέως σε αριθμό τα παθογόνα βακτήρια του στόματος οδηγώντας σε περιοδοντίτιδα. Γενικά βρέθηκε ότι τα ποντίκια χωρίς γουστδουκίνη στα SCC τους είχαν δυνητικά πιο επιβλαβές στοματικό μικροβίωμα από ότι εκείνα με παρούσα τη γουστδουκίνη.
Είναι πολύ σημαντικό ότι αυτές οι διαφορές στη σύνθεση της στοματικής μικροβιακής χλωρίδας ταυτοποιήθηκαν πριν από την απώλεια του περιοδοντικού οστού, που σημαίνει ότι θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως πρόδρομος της περιοδοντίτιδας και θα μπορούσαν να είναι βοηθητικές στην έγκαιρη ταυτοποίηση της.
Βασιζόμενη σε αυτήν τη μελέτη και σε άλλες μη δημοσιευμένες εργασίες που σχετίζονται με ανθρώπους, η ερευνητική ομάδα πρότεινε ότι τα περιοδοντικά SCC στους ανθρώπους μπορεί να παίζουν έναν παρόμοιο ρυθμιστικό ρόλο όσον αφορά στο δικό μας στοματικό μικροβίωμα.